- δημοκρατεῖται
- δημοκρατέομαιhave a democratic constitutionpres ind mp 3rd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δημοκρατούμαι — (Α δημοκρατοῡμαι, έομαι, Μ δημοκρατῶ, έω) έχω δημοκρατικό πολίτευμα, διοικούμαι δημοκρατικά μσν. δημοκρατῶ 1. επικρατώ τού αντίπαλου δήμου 2. στασιάζω, δημιουργώ οχλοκρατία αρχ. απρόσ. δημοκρατεῑται κρατούν ή υπερισχύουν οι δημοκρατικές αρχές … Dictionary of Greek